Η εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) είναι μια θεραπευτική προσέγγιση σε περιπτώσεις υπογονιμότητας. Χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις που δεν ανταποκρίνονται σε απλούστερες θεραπευτικές παρεμβάσεις. Κατά την διάρκεια της συλλέγουμε τα ωάρια μιας γυναίκας τα οποία στη συνέχεια γονιμοποιούνται από το σπέρμα σε περιβάλλον εργαστηρίου. Ένα ή περισσότερα από τα γονιμοποιημένα ωάρια (έμβρυα) μεταφέρονται στη συνέχεια στη μήτρα της γυναίκας, όπου ελπίζουμε ότι θα εμφυτευτούν για να υπάρξει εγκυμοσύνη.

 

Παρακάτω θα συζητηθεί για ποιους λόγους χρειάζεται να γίνει, τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται, καθώς και η αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Άλλα θέματα που αφορούν την υπογονιμότητα είναι διαθέσιμα σε άλλα ενημερωτικά φυλλάδια.

 

Ποια ζευγάρια είναι υποψήφια για εξωσωματική γονιμοποίηση;

Η εξωσωματική γονιμοποίηση έχει ένδειξη να εφαρμοστεί όταν υπάρχει ένας από τους παρακάτω παράγοντας:

  • Οι σάλπιγγες είναι απούσες ή φραγμένες.
  • Υπάρχει υπογονιμότητα λόγω σοβαρού προβλήματος στο σπέρμα (χαμηλός αριθμός σπερματοζωαρίων ή μικρή κινητικότητα σπέρματος, ή εάν το σπέρμα πρέπει να εξάγεται χειρουργικά από τους όρχεις).
  • Η μεγάλη αναπαραγωγική ηλικία του ζευγαριού, καθώς ο χρόνος που περνά είναι πολύτιμος και τα ποσοστά εγκυμοσύνης με άλλες θεραπείες είναι μειωμένα.
  • Σε περιπτώσεις υπογονιμότητας όπου έχουν αποτύχει όλες οι άλλες θεραπείες (π.χ. ενδομητρίωση, διαταραχές της ωοθυλακιορρηξίας, ανεξήγητη υπογονιμότητα).
  • Όταν υπάρχει κάποια κληρονομική γενετική ασθένεια όπου οι γονείς επιθυμούν να αποφευχθεί η μετάδοση της στο παιδί τους. Σε αυτή την περίπτωση, η IVF συνδυάζεται με προεμφυτευτική γενετική διάγνωση (PGD). Αυτό σημαίνει ότι τα έμβρυα (ή σε ορισμένες περιπτώσεις, μόνο τα ωάρια) ελέγχονται για την ασθένεια, και μόνο εκείνα χωρίς τη νόσο μεταφέρονται στη μήτρα.
  • Σε περίπτωση που οι ωοθήκες δεν παράγουν ωάρια ή υπάρχει πρόωρη εμμηνόπαυση. Τότε όμως θα χρειάζεται η χορήγηση ωάριων από δότρια.

 

Προβλήματα από την εξωσωματική γονιμοποίηση.

Παρά το γεγονός ότι η εξωσωματική γονιμοποίηση έχει υψηλό ποσοστό επιτυχίας στην επίτευξη εγκυμοσύνης έχει και κάποια μειονεκτήματα. Αυτά περιλαμβάνουν εκτός από το υψηλό κόστος, τους ενδεχόμενους κινδύνους από τα φάρμακα γονιμότητας και τις επεμβατικές διαδικασίες που χρησιμοποιούνται, καθώς και το αυξημένο ποσοστό πολύδυμης κύησης (δίδυμα ή τρίδυμα). Μπορεί επίσης να υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για ορισμένες επιπλοκές της εγκυμοσύνης, όπως ο πρόωρος τοκετός. Εξωμήτριος κύηση μπορεί να συμβεί μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση, αν και ο κίνδυνος είναι πολύ χαμηλότερος από ό, τι με άλλες θεραπείες γονιμότητας.

 

Όταν σκεφτείτε το ενδεχόμενο της εξωσωματικής γονιμοποίησης συζητείστε τους κινδύνους, τα οφέλη, και τις εναλλακτικές λύσεις με τον γιατρό σας και τον σύντροφό σας πριν από την έναρξη της θεραπείας. Στις περισσότερες περιπτώσεις θυμηθείτε ότι είναι προτιμότερο να προηγηθούν κάποιοι κύκλοι θεραπείας της υπογονιμότητας με λιγότερο δαπανηρές και λιγότερο επεμβατικές μεθόδους.

 

Η διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Η διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης περιλαμβάνει κάποια διαδοχικά βήματα που συμβαίνουν σε μια περίοδο λίγων εβδομάδων:

  • Αρχικά ενημέρωση του ζευγαριού σχετικά με τα περίπλοκα βήματα που πρέπει να γίνουν κατά την εξωσωματική γονιμοποίηση, τους κινδύνους και τα οφέλη της, καθώς και τις τεχνικές για την χορήγηση των ενέσεων στο σπίτι.
  • Ακολουθεί η διέγερση των ωοθηκών για να παράγουν αρκετά ωάρια.
  • Έπειτα γίνεται η ανάκτηση των ωαρίων από τις ωοθήκες και η λήψη ενός δείγματος σπέρματος.
  • Γονιμοποίηση των ωαρίων με το σπέρμα και ανάπτυξη των εμβρύων στο εργαστήριο.
  • Τέλος η μεταφορά ενός ή περισσοτέρων εμβρύων στη μήτρα.

 

Συχνά μπορεί να χρειαστούν περισσότεροι από ένας κύκλος θεραπείας με εξωσωματική για να επιτευχθεί εγκυμοσύνη. Δυστυχώς, μερικές γυναίκες δεν θα καταφέρουν να μείνουν έγκυες, παρά τις πολλαπλές προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης.

 

Διέγερση των ωοθηκών.

Το πρώτο βήμα στη διαδικασία της IVF περιλαμβάνει τη χρήση φαρμάκων γονιμότητας. Έτσι αυξάνεται ο αριθμός των ωαρίων που αναπτύσσονται στις ωοθήκες στην διάρκεια του κύκλου και επίσης καθορίζεται ο χρόνος της ωορρηξίας. Η αγωγή της διέγερσης επιλέγεται με βάση το ιατρικό ιστορικό της γυναίκας και τις προτιμήσεις του ιατρού. Είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί η εξωσωματική γονιμοποίηση χωρίς τη διέγερση των ωοθηκών. Αυτό είναι γνωστό ως «φυσικός (IVF) κύκλος». Συνήθως όμως μόνο ένα ωάριο συλλέγεται. Ωστόσο, στην πλειονότητά τους οι κύκλοι IVF εκτελούνται μετά από διέγερση των ωοθηκών.

 

Το σχήμα διέγερσης των ωοθηκών που περιγράφεται παρακάτω είναι ένα παράδειγμα. Αυτό που συστήνεται σε κάθε περίπτωση από τον ιατρό σας μπορεί να διαφέρει.

  • Κάποιοι ιατροί χορηγούν αντισυλληπτικά χάπια για μία ή περισσότερες εβδομάδες πριν από την έναρξη της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Το χάπι αποτρέπει την απελευθέρωση ορμονών που θα μπορούσαν δημιουργήσουν μια φυσική ωορρηξία.
  • Η γυναίκα θα ξεκινήσει να κάνει ενέσεις ενός φαρμάκου (GnRH ανάλογο ή αγωνιστής π.χ. Arvekap) που αναστέλλει την πρόωρη ωορρηξία. Αυτό το φάρμακο ξεκινά περίπου μία εβδομάδα πριν την επόμενη περίοδο. Η ένεση χορηγείται υποδόρια (κάτω από το δέρμα) και δεν είναι επώδυνη.
  • Τις περισσότερες φορές θα πρέπει να καλέσετε την πρώτη ή τη δεύτερη ημέρα της εμμήνου ρύσης για να κάνετε εξετάσεις αίματος και (πιθανόν) υπερηχογράφημα. Η πρώτη ημέρα της εμμήνου ρύσης (πρώτη μέρα που βλέπουμε αίμα) θεωρείται πρώτη ημέρα του κύκλου. Εάν τα αποτελέσματα είναι εντάξει, σύντομα θα ξεκινήσετε να κάνετε ενέσεις με FSH για την διέγερση της ανάπτυξης των ωοθυλακίων (π.χ. Puregon, Gonal-F, Menopur).
  • Στις περισσότερες περιπτώσεις, θα κάνετε στον εαυτό σας μια ένεση FSH μία φορά την ημέρα, συνήθως το βράδυ. Η ένεση γίνεται επίσης υποδόρια και δεν είναι επώδυνη. Εάν συνεχίζεται την Arvekap μπορεί να την κάνετε ταυτόχρονα σε άλλο όμως σημείο.
  • Την τέταρτη με έβδομη ημέρα από τότε που ξεκίνησε η διέγερση, θα σας ζητηθεί να κάνετε εξετάσεις αίματος για να μετρηθούν τα επίπεδα των ορμονών (οιστραδιόλη ή/και LH) και θα κάνετε ένα κολπικό υπερηχογράφημα για την μέτρηση της ανάπτυξης των ωοθυλακίων. Ανάλογα με τα αποτελέσματα αυτών των εξετάσεων, η δόση της FSH μπορεί να αυξηθεί ή να μειωθεί. Η εξετάσεις αίματος και το κολπικό υπερηχογράφημα μπορεί να επαναληφθούν πολλές φορές κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.
  • Σε ορισμένες περιπτώσεις αντί του αγωνιστή GnRH χορηγείται, μια άλλη κατηγορία φαρμάκων που ονομάζεται GnRH ανταγωνιστές όπως το Cetrotide ή το Orgalutran. Στην περίπτωση αυτή, η διέγερση με FSH αρχίζει αμέσως μετά την έναρξη της περιόδου και προστίθεται ο ανταγωνιστής όταν τα ωοθυλάκια έχουν φθάσει σε ένα ορισμένο μέγεθος (συχνά γύρω στα 14 χιλιοστά). Αυτό το φάρμακο βοηθά στην πρόληψη της πρόωρης ωορρηξίας.
  • Ο στόχος της διέγερσης είναι να φτάσουν δύο ωοθυλάκια τουλάχιστον, σε μέγεθος περίπου 15 έως 18 χιλιοστά. Ο αριθμός των ωοθυλακίων που αναπτύσσεται σε κάθε ασθενή εξαρτάται από την κατάσταση των ωοθηκών και τα επίπεδα των ορμονών που παράγουν. Συνήθως περισσότερα από 2 ωοθυλάκια αναπτύσσονται ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να φθάνουν και τα 20. Όταν οι εξετάσεις αίματος και οι μετρήσεις των υπερήχων δείξουν ότι τα ωοθυλάκια είναι “έτοιμα”, θα κάνετε μια ένεση hCG για να προκληθεί ωορρηξία. hCG σημαίνει ανθρώπινη χοριακή γοναδοτροπίνη (εμπορική ονομασία Pregnyl ή Ovitrel). Η hCG συνήθως γίνεται επίσης υποδόρια σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή το βράδυ. Αυτό επιτρέπει στα ωοθυλάκια να ετοιμαστούν («ωριμάσουν») για την ωοληψία κατά τη διάρκεια ενός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, περίπου 36 ώρες αργότερα.

Υπάρχουν παρενέργειες από την θεραπεία;

Οι ενέσεις FSH δεν προκαλούν άμεσα παρενέργειες. Ωστόσο, οι ωοθήκες διογκώνονται, συνήθως ήπια, κατά την διάρκεια της θεραπείας. Αυτό μπορεί να προκαλέσει πρήξιμο στην κοιλιά και δυσφορία, και σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, ναυτία ή ακόμη και εμετό.

Το σύνδρομο υπερδιέγερσης των ωοθηκών (OHSS) είναι μια κατάσταση κατά την οποία οι παρενέργειες λόγω της διόγκωσης των ωοθηκών μπορεί να γίνουν σοβαρές. Η γυναίκα μπορεί να εμφανίσει σοβαρό πόνο στην κοιλία, έντονη δυσφορία, ναυτία και εμετό. Εάν δεν αντιμετωπιστεί μπορεί να αναπτύξει θρόμβους αίματος στα πόδια ή τους πνεύμονες και διαταραχές στο ισοζύγιο των υγρών στο αίμα. Ήπιες μορφές OHSS συμβαίνουν σε 2-6% των γυναικών που υποβάλλονται σε διέγερση της ωορρηξίας για εξωσωματική γονιμοποίηση. Οι σοβαρές περιπτώσεις OHSS συμβαίνουν σε περίπου 1% των περιπτώσεων, συνήθως όταν αναπτύσσονται περισσότερα από 20 ωάρια στις ωοθήκες.

Ο κίνδυνος του OHSS μπορεί να μειωθεί με την ακύρωση του κύκλου εξωσωματικής γονιμοποίησης, όταν τα επίπεδα των οιστρογόνων στο αίμα είναι πολύ υψηλά ή εάν υπάρχουν πάρα πολλά ωοθυλάκια στον υπέρηχο. Ο κύκλος της IVF μπορεί να ακυρωθεί πριν δοθεί η hCG ή μετά την ωοληψία. Χρησιμοποιώντας ένα αγωνιστή GnRH, αντί της hCG (Pregnyl) για την πρόκληση ωορρηξίας μπορεί να μειωθεί ο κίνδυνος του OHSS και αυτό συστήνεται σε ορισμένες περιπτώσεις. Εάν ο κύκλος ακυρωθεί μετά την συλλογή των ωαρίων, αυτά γονιμοποιούνται και μπαίνουν σε κρυοσυντήρηση (κατάψυξη) ώστε να εμφυτευθούν στη μήτρα σε επόμενο κύκλο. Επειδή η αιχμή των συμπτωμάτων της OHSS είναι περίπου τρεις έως πέντε ημέρες μετά την ωοληψία, η απόφαση να καταψυχθούν τα έμβρυα μπορεί να παρθεί εκείνη την στιγμή.

 

Ωοληψία.

Περίπου 32 έως 36 ώρες μετά την ένεση hCG διενεργείται, στο κέντρο εξωσωματικής, η διαδικασία για να λήψη των ωαρίων (ωοληψία). Ο γιατρός εισάγει μία κολπική κεφαλή υπερήχου στον κόλπο της γυναίκας και με αυτόν τον τρόπο κατευθύνει στη συνέχεια μια βελόνα για να αναρροφήσει το ωάριο από κάθε ωοθυλάκιο. Η διαδικασία διαρκεί περίπου 15 έως 30 λεπτά, ανάλογα με το πόσα πολλά ωοθυλάκια υπάρχουν και γίνεται, ενώ η γυναίκα είναι υπό αναισθησία (μέθη, δηλαδή ελαφρά ενδοφλέβια αναισθησία).

Σοβαρές επιπλοκές της ωοληψίας είναι σπάνιες. Παρενέργειες όπως κράμπες στην περιοχή της πυέλου, ελαφριά αιμορραγία, και κολπικές εκκρίσεις είναι πιο συνηθισμένες. Εάν αυτά τα προβλήματα είναι επίμονα ή γίνουν σοβαρότερα, είναι σημαντικό να καλέσετε το κέντρο ή τον ιατρό σας για ενημέρωση, το συντομότερο δυνατό. Πρήξιμο στην κοιλία και δυσφορία μπορεί επίσης να είναι σημάδια του συνδρόμου υπερδιέγερσης των ωοθηκών (OHSS).

Μετά την ωοληψία, η ασθενής θα παραμείνει για παρακολούθηση σε ένα θάλαμο ανάνηψης για λίγες ώρες (2 με 3) και στη συνέχεια πηγαίνει σπίτι της. Λόγω της αναισθησίας η ασθενής δεν πρέπει να οδηγεί ή να εργαστεί για περίπου 24 ώρες.

 

Γονιμοποίηση.

Μετά την διαδικασία της ωοληψίας τα ωάρια γονιμοποιούνται με το σπέρμα σε ένα ειδικό δισκίο στο εργαστήριο. Σε γενικές γραμμές, περίπου το 50% των ωαρίων γονιμοποιείται.

Σε περιπτώσεις που υπάρχει σοβαρό πρόβλημα υπογονιμότητας λόγω του σπέρματος του άντρα, η γονιμοποίηση επιτυγχάνεται με έγχυση σπερματοζωαρίων μέσα στο κύτταρο του ωαρίου (ICSI: intracytoplasmic sperm injection). Η ICSI είναι μια επιλογή σε περιπτώσεις ανδρών με σοβαρό πρόβλημα υπογονιμότητας, ανεξάρτητα από τον αριθμό των σπερματοζωαρίων τους. Μόνο ώριμα ωάρια μπορεί να εγχυθούν με αυτόν τον τρόπο. Τα ποσοστά γονιμοποίησης με ICSI κυμαίνεται από 50% έως 70%.

 

Εμβρυομεταφορά.

Περίπου δύο με πέντε ημέρες μετά την ωοληψία, ένα ή περισσότερα ωάρια που έχουν γονιμοποιηθεί και έχουν γίνει έμβρυα, τοποθετούνται μέσα στην μήτρα της γυναίκας. Χρησιμοποιείται ένας λεπτός, εύκαμπτος καθετήρας που εισάγεται μέσω του τραχήλου της μήτρας. Συνηθέστερα η εμβρυομεταφορά γίνεται την 3η ημέρα μετά την ωοληψία. Ο καθετήρας εισάγεται με την μεγαλύτερη δυνατή προσοχή για να ελαχιστοποιηθούν οι συσπάσεις της μήτρας. Τραυματικές διαδικασίες εμβρυομεταφοράς συνδέονται με χαμηλότερα ποσοστά επιτυχίας. Συνήθως δεν είναι απαραίτητη η αναισθησία για τη διαδικασία αυτή.

Μετά την διαδικασία της μεταφοράς συστήνεται ξεκούραση στο σπίτι για αρκετές ώρες. Αν και οι μελέτες δεν δείχνουν ότι η παρατεταμένη ξεκούραση (για κάποιες ημέρες) αυξάνει την πιθανότητα εγκυμοσύνης, πολλές γυναίκες προτιμούν να μην επιστρέφουν αμέσως στις συνήθεις δραστηριότητές τους.

Οι περισσότεροι γιατροί συνταγογραφούν φάρμακο προγεστερόνης (Utrogestan) για να αυξήσουν τις πιθανότητες εμφύτευσης του εμβρύου μέσα στη μήτρα. Η έναρξη της αγωγής είναι είτε την ημέρα της ωοληψίας ή την ημέρα της εμβρυομεταφοράς. Χορηγείται με διαφόρους τρόπους είτε σαν χάπι από το στόμα ή σαν κολπικό υπόθετο. Επιπλέον φαρμακευτική αγωγή μπορεί να χορηγηθεί ανάλογα με την περίπτωση.

 

Πόσα έμβρυα μεταφέρονται;

Ο αριθμός των εμβρύων που μεταφέρονται στην μήτρα εξαρτάται από τις προτιμήσεις του ζευγαριού, τυχόν προηγούμενο ιστορικό εγκυμοσύνης και αποβολών, την ηλικία της γυναίκας, καθώς και την ποιότητα των εμβρύων. Οι νεότερες γυναίκες (ηλικίας κάτω των 35) στον πρώτο κύκλο της εξωσωματικής γονιμοποίησης συχνά ενθαρρύνονται να μεταφέρουν μόνο ένα ή δύο έμβρυα. Όταν υπάρχουν πολλαπλές αποτυχημένες προσπάθειες εξωσωματικής, ο γιατρός μπορεί να συστήσει τη μεταφορά περισσότερα από ένα ή δύο έμβρυα για να αυξήσει τις πιθανότητες εγκυμοσύνης. Ωστόσο, αυτό μπορεί επίσης να αυξήσει τον κίνδυνο πολλαπλής κύησης (δίδυμα, τρίδυμα).

Το ποσοστό εμφύτευσης είναι χαμηλότερο μεταξύ των γυναικών ηλικίας άνω των 40 ετών. Έτσι συχνά μεταφέρονται ως και 5 έμβρυα σε αυτές τις γυναίκες. Ωστόσο, οι πιο μεγάλες σε ηλικίες γυναίκες που λαμβάνουν τα ωάρια από νεότερες δότριες έχουν ποσοστό εμφύτευσης παρόμοια με εκείνη των νεότερων γυναικών, και γενικά η σύσταση είναι να μεταφέρονται όχι περισσότερα από ένα ή δύο έμβρυα.

 

Αποθήκευση των εμβρύων που δεν χρησιμοποιούνται.

Τα έμβρυα που δεν μεταφέρονται μπορούν να αποθηκευτούν μέσω της κατάψυξης τους (η διαδικασία ονομάζεται κρυοσυντήρηση). Επειδή μερικά έμβρυα δεν επιβιώνουν από την διαδικασία της απόψυξης, οι πιθανότητες μιας επιτυχούς εγκυμοσύνης, χρησιμοποιώντας κατεψυγμένα έμβρυα είναι συνήθως χαμηλότερη από ότι όταν με «φρέσκα» έμβρυα.

Τα έμβρυα μπορούν να διατηρηθούν κρυοσυντηρημένα για απεριόριστο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, τα περισσότερα ζευγάρια έχουν να επιλέξουν ένα από τα ακόλουθα:

  • Μεταφορά των εμβρύων σε μεταγενέστερη ημερομηνία.
  • Δωρεά για χρήση από ένα άλλο ζευγάρι.
  • Καταστροφή των εμβρύων.

 

Διαπίστωση της εγκυμοσύνης μετά την διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Εξέταση αίματος (β-hCG: β χοριακή γοναδοτροπίνη)

Περίπου δύο εβδομάδες μετά την εμβρυομεταφορά μπορεί να γίνει εξέταση αίματος για τον προσδιορισμό της β-hCG. Η ορμόνη αυτή σηματοδοτεί την έναρξη της εγκυμοσύνης. Το τεστ εγκυμοσύνης ούρων που είναι διαθέσιμο στα φαρμακεία δεν είναι τόσο ευαίσθητο για την ανίχνευση της κύησης στα πρώιμα στάδια της, όπως εξέταση αίματος.

  • Εάν η πρώτη τιμή της hCG στο αίμα είναι <5 IU/L, η γυναίκα δεν είναι έγκυος.
  • Εάν η πρώτη τιμή της hCG είναι> 10 IU/L, η εξέταση επαναλαμβάνεται συνήθως 48 ώρες αργότερα για να επιβεβαιώσουμε ότι τα επίπεδα αυξάνονται. Τα επίπεδα της hCG πρέπει περίπου να διπλασιάζονται κάθε 48 ώρες κατά τις πρώτες 21 ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά.
  • Εάν στις επόμενες μετρήσεις η hCG δεν διπλασιαστεί ή μειώνεται, η εξέταση αίματος πρέπει να επαναληφθεί ξανά 48 ώρες αργότερα. Πιθανόν η εγκυμοσύνη τότε να μην είναι βιώσιμη. Επίπεδα hCG που δεν αυξάνουν ή έχουν αρχίσει να μειώνονται, σημαίνουν εγκυμοσύνη που δεν εξελίσσεται κανονικά.

Υπερηχογράφημα

Εάν τα επίπεδα της hCG αυξάνονται κανονικά, ένα κολπικό υπερηχογράφημα μπορεί να γίνει τρεις έως τέσσερις εβδομάδες μετά τη εμβρυομεταφορά (ή όταν η hCG είναι> 1500 IU/L). Εκείνη τη χρονική στιγμή συνήθως είναι δυνατόν να δούμε ένα σάκο κύησης μέσα στη μήτρα. Ο σάκος κύησης είναι ένας σάκος με υγρό που περιέχει το έμβρυο.

Στις πέντε με έξι εβδομάδες της εγκυμοσύνης (τέσσερις με πέντε εβδομάδες μετά τη εμβρυομεταφορά), ο λεκιθικός ασκός είναι συνήθως ορατός. Ο λεκιθικός ασκός παρέχει τροφή για το έμβρυο στην πρώιμη ανάπτυξη του . Η καρδιακή λειτουργία είναι συνήθως ορατή στις 6 με 6,5 εβδομάδες της εγκυμοσύνης (4 έως 4,5 εβδομάδες μετά την εμβρυομεταφορά).

Η έναρξη της καρδιακής λειτουργίας σηματοδοτεί και την έναρξη της εγκυμοσύνης καθώς και της προγεννητικής φροντίδας. Από αυτή τη στιγμή και μετά θα αρχίσετε να βλέπετε τον μαιευτήρα και την μαία σας.

 

Πρόβλεψη του αποτελέσματος της εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Έχουν αναπτυχθεί μοντέλα για να προβλέψει κάποιος την πιθανότητα επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης κατά τη διάρκεια των πρώτων τριών προσπαθειών και για την πρώτη προσπάθεια σε κύκλο με δότρια. Υπολογίζεται και το αποτέλεσμα, όσον αφορά το ποσοστό επιτυχίας, της μεταφοράς ενός έναντι δύο εμβρύων καθώς και το ποσοστό των πολύδυμων κυήσεων (δίδυμα, τρίδυμα). Το μοντέλο είναι διαθέσιμο δωρεάν στην ιστοσελίδα της Εταιρίας Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (SART, www.sart.org) στην ενότητα “Για τους ασθενείς. Predict My Success”. Οι γυναίκες που προγραμματίζουν την εξωσωματική γονιμοποίηση μπορούν να εισάγουν τα στοιχεία τους στην ιστοσελίδα για να πάρουν τα αποτελέσματα που αναμένονται για την περίπτωσή τους. Άλλοι αλγόριθμοι είναι επίσης διαθέσιμοι (π.χ., www.ivf-success-rates.com ).

Όταν η εξωσωματική γονιμοποίηση δεν είναι επιτυχής.

Η εξωσωματική γονιμοποίηση έχει ένα σημαντικό ποσοστό επιτυχίας στις περισσότερες περιπτώσεις. Συνολικά, περίπου το 27% των κύκλων εξωσωματικής γονιμοποίησης θα καταλήξει σε γέννηση ενός παιδιού. Οι αθροιστικές πιθανότητες επιτυχίας είναι υψηλότερες όταν έχουν γίνει περισσότεροι από ένας κύκλοι εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Η πιθανότητα επιτυχίας της κάθε περίπτωσης εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της ηλικίας της γυναίκας, τα αίτιας της υπογονιμότητας, και της θεραπευτικής προσέγγισης. Για παράδειγμα, στις Ηνωμένες Πολιτείες, το ποσοστό γέννησης για κάθε κύκλο εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι περίπου:

  • 30-35% για τις γυναίκες κάτω από την ηλικία 35 ετών.
  • 25% στην ηλικία 35 με 37 ετών.
  • 15-20% στην ηλικία 38 με 40 ετών.
  • 6-10% για τις γυναίκες άνω των 40 ετών.

 

Μπορεί να είναι δύσκολο να αντιμετωπίσει κάποιος τα συναισθηματικά σκαμπανεβάσματα της θεραπείας της υπογονιμότητας. Υπάρχει ιδιαίτερη δυσκολία αν το ζευγάρι έχει προσπαθήσει να συλλάβει για μεγάλο χρονικό διάστημα, αν υπάρχουν οικονομικά ή βαθύτερα προβλήματα στη ζωή του ζευγαριού (π.χ. θέματα υγείας, οικογενειακά ζητήματα, προβλήματα στην εργασία). Πολλά κέντρα εξωσωματικής έχουν ομάδες ψυχολογικής υποστήριξης και συμβουλευτικές υπηρεσίες.

 

Κόστος της εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Το κόστος των θεραπειών εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι συνήθως υψηλό, ανάλογα με το τι διαδικασία απαιτείται, τον τύπο και τη δόση των φαρμάκων που χρησιμοποιείται, και τον αριθμό των κύκλων που απαιτούνται για να μείνετε έγκυος. Το μέσο κόστος ενός κύκλου εξωσωματικής γονιμοποίησης στην Ελλάδα είναι από 2500 έως 4000 ευρώ. Το κόστος είναι συχνά μικρότερο στα δημόσια νοσοκομεία. Ο ασφαλιστικός φορέας (ΕΟΠΥΥ) χορηγεί συνήθως δωρεάν τα φάρμακα για κάποιον ορισμένο αριθμό προσπαθειών. Η γραμματεία του ιατρείου μπορεί να σας ενημερώσει για τις προϋποθέσεις και για την διαδικασία. Περισσότερες πληροφορίες στο www.eopyy.gov.gr στο τμήμα «Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή».

 

 

Το παραπάνω ενημερωτικό κείμενο περιέχει γνώμες και πληροφορίες για θέματα σχετικά με την υγεία της γυναίκας. Δεν υπαγορεύει κάποιον αποκλειστικό τρόπο για την αντιμετώπιση ενός θέματος υγείας και δεν αποκλείει άλλους αποδεκτούς τρόπους θεραπείας.

Ο γιατρός σας είναι η καλύτερη πηγή πληροφοριών για τις ερωτήσεις και τις ανησυχίες που σχετίζονται με το ιατρικό σας πρόβλημα.