Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας βοηθά στον εντοπισμό ατόμων που ενώ δεν έχουν κανένα σύμπτωμα, παρουσιάζουν απώλεια της μάζας και της ποιότητας των οστών τους. Ο έλεγχος είναι ανώδυνος, γρήγορος και ασφαλής. Μπορεί με ακρίβεια να προειδοποιήσει για την απώλεια της πυκνότητας του οστού προτού να συμβεί κάποιο κάταγμα. Σε άτομα που πάσχουν ήδη από οστεοπόρωση η μέτρηση της οστικής πυκνότητας επίσης βοηθά στην εκτίμηση της αποτελεσματικότητας της φαρμακευτικής αγωγής

 

Γιατί είναι σημαντικό να γίνεται η μέτρηση της οστικής πυκνότητας;

Υπάρχει γενικά η πεποίθηση ότι τα οστά στο ανθρώπινο σώμα είναι στατικά και αμετάβλητα. Η αλήθεια είναι ότι η δομή τους μεταβάλλεται συνεχώς. Ειδικά κύτταρα του σώματος καταστρέφουν παλαιότερα τμήματα του οστού και τα αντικαθιστούν με νέο οστό. Δυστυχώς, όσο περνούν τα χρόνια η απώλεια του οστού συμβαίνει πιο γρήγορα από ό, τι μπορεί να το αντικαταστήσει το σώμα, έτσι ώστε τα οστά γίνονται πιο λεπτά και εύθραυστα.

Εάν η απώλεια του οστού γίνει σημαντική μπορεί να οδηγήσει σε οστεοπόρωση. Η οστεοπόρωση ορίζεται ως μειωμένη οστική μάζα και κακή ποιότητα των οστών και κάνει τα οστά αδύναμα και επιρρεπή σε θραύση. Όσοι πάσχουν από οστεοπόρωση έχουν εύθραυστα κόκαλα που μπορεί να σπάσουν με την παραμικρή πτώση.

Κατάγματα της σπονδυλικής στήλης και του ισχίου μπορεί να οδηγήσουν σε χρόνιο πόνο, δυσκολία στην κίνηση, κατάθλιψη, αναπηρία, ακόμη και τον θάνατο. Οι μισοί από όσους έχουν σπάσει το ισχίο τους (γοφό) μπορεί ποτέ να μην μπορέσουν περπατήσουν χωρίς βοήθεια και το ένα τέταρτο χρειάζονται μακροχρόνια φροντίδα.

Το πρόβλημα είναι, ότι η οστεοπόρωση συχνά δεν προκαλεί κανένα σύμπτωμα, έτσι κάποιος μπορεί να μην γνωρίζει ότι πάσχει μέχρι να σπάσει ένα κόκκαλο απροσδόκητα. Γι’ αυτό γίνεται ο έλεγχος της οστικής πυκνότητας. Η μέτρηση τη οστικής πυκνότητας εκτιμά το πόσο ισχυρά είναι τα οστά. Εάν αποδειχθεί ότι έχετε οστεοπόρωση ή οστεοπενία (χαμηλή οστική μάζα), μπορεί να λάβετε προληπτικά μέτρα ή αγωγή για να προλάβετε ην επιδείνωση της κατάστασης και τα κατάγματα.

 

Ποιος πρέπει να κάνει έλεγχο οστικής πυκνότητας;

Η οστεοπόρωση παρουσιάζεται πολύ πιο συχνά:

  • στις γυναίκες από ότι στους άνδρες
  • σε μεγαλύτερη ηλικία
  • μετά την εμμηνόπαυση.

Προτείνεται λοιπόν, ο έλεγχος της οστικής πυκνότητας να γίνεται πριν την ηλικία των 65 ετών στις γυναίκες που βρίσκονται στην εμμηνόπαυση. Μερικές φορές ο έλεγχος προτείνεται και σε μικρότερες ηλικίες, όταν υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες κινδύνου για κάταγμα.

Παράγοντες που αφορούν το ιστορικό και τον τρόπο ζωής είναι:

  • Το προηγούμενο ιστορικό μη τραυματικού κατάγματος ή κάταγμα μετά από ήπια πτώση.
  • Το οικογενειακό ιστορικό οστεοπόρωσης σε κάποιον από τους 2 γονείς.
  • Η ελαττωμένη λήψη ασβεστίου μέσω της διατροφής.
  • Έλλειψη βιταμίνης D.
  • Ο υποσιτισμός (π.χ. σε νευρογενή ανορεξία) ή η δυσαπορρόφηση τροφών.
  • Το χαμηλό βάρος του σώματος.
  • Το κάπνισμα τσιγάρων.
  • Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ (περισσότερα από 2 ποτά την ημέρα).
  • Ο καθιστικός τρόπος ζωής και η έλλειψη άσκησης. Και η αερόβια και η αναερόβια άσκηση φαίνεται ότι μειώνουν τον κίνδυνο οστεοπόρωσης.

Ο κίνδυνος οστεοπόρωσης είναι μεγαλύτερος σε ορισμένες παθολογικές καταστάσεις, όπως για παράδειγμα:

  • Η πρόωρη εμμηνόπαυση ή η αμηνόρροια για μεγάλο χρονικό διάστημα (πάνω από 12 μήνες).
  • Ο υπερθυρεοειδισμός χωρίς ικανοποιητική θεραπεία ή ακόμη και η λήψη υψηλής δόσης θυρορμόνη για μεγάλο χρονικό διάστημα.
  • Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 ή 2.
  • Ο υπερπαραθυρεοειδισμός και οι παθήσεις των επινεφριδίων.
  • Η ρευματοειδής αρθρίτιδα και ο ερυθηματώδης λύκος.
  • Φλεγμονώδης νόσος του εντέρου και κοιλιοκάκη.
  • Παθήσεις των νεφρών και του ήπατος.
  • Σε μακροχρόνια χρήση φαρμάκων όπως: η κοριζόνη, τα αντι-επιληπτικά, τα αντιόξινα και τα κυτταροστατικά.

 

Πως γίνεται η μέτρηση της οστική πυκνότητας;

 

Υπάρχουν αρκετοί και διαφορετικοί τρόποι για να μετρηθεί η οστική πυκνότητα.

Μέθοδος DEXA (dual energy xray absorptiometry, διπλή ενεργειακή απορρόφηση ακτίνων Χ).

Πρόκειται για την πιο χρήσιμη, αξιόπιστη και διαδεδομένη μέθοδο μέτρησης της οστικής πυκνότητας. Χρησιμοποιούνται χαμηλής έντασης ακτίνες Χ. Το ποσό της ακτινοβολίας που χρησιμοποιείται είναι ελάχιστο, περίπου η δόση ακτινοβολίας που ένας μέσος άνθρωπος παίρνει από το περιβάλλον σε μια ημέρα. Προσδιορίζεται με ακρίβεια η πυκνότητα των οστών σε προκαθορισμένες θέσεις (σπονδυλική στήλη, ισχίο, και πήχης), επειδή οι μετρήσεις σε αυτές τις περιοχές βοηθούν ώστε:

  • Να γίνει η διάγνωση της οστεοπόρωσης.
  • Να γίνει σωστή εκτίμηση του κινδύνου για οστεοπορωτικό κάταγμα.
  • Να προσδιοριστεί ποιοι θα πρέπει να υποβάλλονται σε θεραπεία για την οστεοπόρωση.
  • Να γίνει σωστή παρακολούθηση των αποτελεσμάτων της θεραπείας.

Η εξέταση δεν προκαλεί δυσφορία, δεν συμπεριλαμβάνει ενέσεις ή ειδική προετοιμασία, και συνήθως διαρκεί μόνο 5 έως 10 λεπτά. Η συσκευή ακτινών Χ θα ανιχνεύσει οποιοδήποτε μέταλλο στα ρούχα σας (φερμουάρ, ζώνες), οπότε μπορεί να σας ζητηθεί να φορέσετε μια ποδιά για τη εξέταση. Εναλλακτικά, σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί να γίνει εξέταση στον πήχη ενώ είστε καθισμένη. Σε περίπτωση επανάληψης της εξέτασης μετά από κάποιο χρονικό διάστημα (συνήθως δύο ή περισσότερα έτη μετά), προσπαθήστε αυτή να γίνει στο ίδιο εργαστήριο. Υπάρχουν πολλά διαφορετικά μοντέλα μηχανημάτων DEXA, τα αποτελέσματα των οποίων δεν είναι πάντα συγκρίσιμα. Οι μετρήσεις οστικής πυκνότητας μπορούν να συγκριθούν ευκολότερα εάν έχουν γίνει από το ίδιο μοντέλο μηχανήματος.

Αξονική τομογραφία.

Είναι πολύ χρήσιμη ακτινογραφική μέθοδος απεικόνισης, που παρέχει ακριβείς μετρήσεις της πυκνότητας των οστών της σπονδυλικής στήλης. Αν και είναι μια εναλλακτική λύση για την μέθοδο DEXA, χρησιμοποιείται σπάνια επειδή είναι δαπανηρή και απαιτεί υψηλότερη δόση ακτινοβολίας.

Υπερηχογράφημα.

Ο υπέρηχος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας της πτέρνας. Είναι μία χρήσιμη μέθοδος για τον προσδιορισμό του κινδύνου κατάγματος ενός ατόμου. Ωστόσο, χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά από ό, τι η μέθοδος DEXA. Δεν υπάρχουν κατευθυντήριες οδηγίες που να καθορίζουν πως να χρησιμοποιούνται οι μετρήσεις για τη διάγνωση της οστεοπόρωσης ή να προβλέπουν τον κίνδυνο κατάγματος. Όταν δεν υπάρχει πρόσβαση σε DEXA, το υπερηχογράφημα είναι ένας αποδεκτός τρόπος μέτρησης της οστικής πυκνότητας.

 

Πως ερμηνεύονται τα αποτελέσματα του DEXA.

Με την μέθοδο DEXA μία συσκευή ακτίνων Χ σαρώνει μια περιοχή του σώματος, και η ποσότητα των ακτίνων Χ που διέρχεται μέσω των οστών μετριέται και εμφανίζεται ως μια εικόνα που ερμηνεύεται από έναν ακτινολόγο. Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης θα σας δοθεί μια βαθμολογία που μιλά για την κατάσταση των οστών σας. Τα αποτελέσματα του ελέγχου της οστικής πυκνότητας εκφράζονται ως “Τ” ή “Z” score (βαθμολογία).

  • T-score: Αντιπροσωπεύει αριθμούς που συγκρίνουν την κατάσταση των οστών σας με εκείνα του μέσου όρου ενός νεαρού ατόμου με υγιή οστά.
  • Z-score: Αντιπροσωπεύει αριθμούς που συγκρίνουν την κατάσταση των οστών σας με αυτές ενός μέσου ατόμου στην ηλικίας σας.

Από αυτούς τους δύο αριθμούς, το T-score είναι το πιο σημαντικό και η τιμή του είναι συνήθως αρνητική. Όσο χαμηλότερη είναι η τιμή του Τ-score, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος κατάγματος.

  • Κανονική πυκνότητα οστών. Γυναίκες με φυσιολογική οστική πυκνότητα έχουν ένα T-score μεταξύ +1 και -1. Σε αυτήν την περίπτωση δεν χρειάζεται θεραπεία, αλλά είναι χρήσιμο να λαμβάνονται μέτρα για την πρόληψη της οστικής απώλειας με σωστή διατροφή και άσκηση.
  • Χαμηλή οστική μάζα (οστεοπενία). –Η οστεοπενία είναι ένας ιατρικός όρος για την περιγραφή της χαμηλής οστικής πυκνότητας. Γυναίκες με οστεοπενία δεν έχουν ακόμη οστεοπόρωση, αλλά έχουν κίνδυνο να αναπτύξουν. Σε αυτές τις περιπτώσεις το T-score είναι μεταξύ -1.1 και -2.4. Εάν υπάρχουν και άλλοι παράγοντες κινδύνου ο κίνδυνος κατάγματος είναι υψηλός. Γυναίκες με χαμηλή οστική μάζα συνήθως συνιστάται να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα για την οστεοπόρωσης κάποιες φορές δε και με την μορφή φαρμακευτικής αγωγής.
  • Οστεοπόρωση. Οι γυναίκες με οστεοπόρωση έχουν ένα T-score -2,5 ή λιγότερο. Οι μεγαλύτεροι αριθμοί (π.χ., -3.2) δείχνουν χαμηλότερη οστική πυκνότητα διότι είναι αρνητικά νούμερα. Όσο μικρότερη είναι η πυκνότητα των οστών, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος κατάγματος. Σε περίπτωση οστεοπόρωσης, υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορείτε να κάνετε για να μειώσετε τις πιθανότητες να εμφανίσετε κάποιο κάταγμα. Κατάλληλα φάρμακα σε συνδυασμό με συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης D βοηθούν, όπως επίσης και η σωματική άσκηση.

 

Εργαλείο εκτίμησης κινδύνου για κάταγμα.

Το εργαλείο εκτίμησης κινδύνου κατάγματος (FRAX: Fracture Risk Assessment Tool) είναι ένας δια-δικτυακός υπολογιστής (http://www.shef.ac.uk/FRAX ). Αναπτύχθηκε από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ) για να προβλέψει της πιθανότητες να σας συμβεί ένα μικρό κάταγμα μέσα σε διάστημα 10 ετών. Η πρόβλεψη θα είναι πιο ακριβής εάν συμπεριλάβετε τα αποτελέσματα μιας εξέτασης DEXA. Αν το χρησιμοποιήσετε χωρίς εξέταση DEXA, και τα αποτελέσματα δείξουν υψηλό κίνδυνο κατάγματος, καλό είναι να την κάνετε αμέσως. Θα χρησιμεύσει ως βάση από την οποία ο ιατρός σας μπορεί να ακολουθήσει την ανταπόκρισή σας στη θεραπεία.

Το FRAX δεν πρέπει να χρησιμοποιείται αν ήδη έχετε έστω και ένα ελάχιστο τραυματικό κάταγμα ή εάν ήδη βρίσκεστε σε αγωγή για οστεοπόρωση.

 

Χρειάζεται να επαναλάβω τον έλεγχο οστικής πυκνότητας;

Ακόμα κι αν ο αρχικός έλεγχος οστικής πυκνότητας δείξει ότι δεν υπάρχει οστεοπόρωση, η εξέταση μπορεί να χρειαστεί να επαναληφθεί. Ο χρόνος που θα μεσολαβήσει ανάμεσα στις διαδοχικές εξετάσεις εξαρτάται από τα αποτελέσματα της πρώτης εξέτασης και το εάν υπάρχουν παράγοντες κινδύνου για κάταγμα.

Επανάληψη της μέτρησης της οστικής πυκνότητας κάθε 2 χρόνια συστήνεται:

  1. αν έχετε ένα T-score μεταξύ του -2,00 και του -2,49 (σοβαρή οστεοπενία)
  2. αν παίρνετε φάρμακα που ελαττώνουν την πυκνότητα των οστών
  3. αν υποφέρετε από νοσήματα που επηρεάζουν δυσμενώς τα οστά
  4. αν έχετε οστεοπόρωση και παίρνετε φαρμακευτική αγωγή (παρακολούθηση αποτελεσματικότητας θεραπείας).
  5. Επανάληψη της μέτρησης της οστικής πυκνότητας σε 3-5 χρόνια συστήνεται σε γυναίκες 65 ετών και πάνω, με T-score μεταξύ του -1,50 και του -1,99, και χωρίς παράγοντες κινδύνου για αυξημένη απώλεια οστικής μάζας.
  6. Επανάληψη της μέτρησης της οστικής πυκνότητας σε 10 χρόνια συστήνεται σε γυναίκες 65 ετών και πάνω, με φυσιολογική ή ελαφρώς χαμηλή οστική μάζα (Τ-score -1,01 έως -1,49), και χωρίς παράγοντες κινδύνου για αυξημένη απώλεια οστικής μάζας.

Περισσότερες πληροφορίες

www.uptodate.com

www.mayoclinic.org

Το παραπάνω ενημερωτικό κείμενο περιέχει γνώμες και πληροφορίες για θέματα σχετικά με την υγεία της γυναίκας. Δεν υπαγορεύει κάποιον αποκλειστικό τρόπο για την αντιμετώπιση ενός θέματος υγείας και δεν αποκλείει άλλους αποδεκτούς τρόπους θεραπείας.

Ο γιατρός σας είναι η καλύτερη πηγή πληροφοριών για τις ερωτήσεις και τις ανησυχίες που σχετίζονται με το ιατρικό σας πρόβλημα.