Η Βακτηριακή Κολπίτιδα (Bacterial Vaginosis, BV) είναι συνηθισμένη κατάσταση που προκαλεί αυξημένες κολπικές εκκρίσεις, συχνά με μια ιδιαίτερη, δυσάρεστη μυρωδιά. Δεν πρόκειται για σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα. Προκαλείται από την μεγάλη ανάπτυξη κοινών μικρόβιων που υπάρχουν φυσιολογικά στον κόλπο. Τα συμπτώματα είναι συχνά ήπια, και η βακτηριακή κολπίτιδα μπορεί να περάσει χωρίς να χρειαστεί θεραπεία. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως πρέπει να αντιμετωπίζεται με αντιβιοτικά φάρμακα.

 

Τι είναι η βακτηριακή κολπίτιδα;

Η βακτηριακή κολπίτιδα είναι μια συνηθισμένη κατάσταση στον κόλπο που προκαλείται από την μεγάλη ανάπτυξη διαφόρων μικροβίων. Δεν υπάρχει ένα μόνο μικρόβιο που να προκαλεί την λοίμωξη. Ο κόλπος φυσιολογικά περιέχει πολλά μικρόβια, αλλά σε περίπτωση βακτηριακής κολπίτιδας η ισορροπία αλλάζει. Δεν είναι σαφές πάντα γιατί συμβαίνει αυτό. Ως αποτέλεσμα, κάποια βακτήρια πολλαπλασιάζονται και αναπτύσσονται πολύ περισσότερο από το συνηθισμένο.

Δεν γνωρίζουμε πόσο συχνή είναι, επειδή συχνά τα συμπτώματα είναι τόσο ήπια που οι γυναίκες δεν επισκέπτονται τον ιατρό. Πιθανόν 1 στις 3 γυναίκες να παρουσιάσουν βακτηριακή κολπίτιδα σε κάποια στιγμή στη ζωή τους.

Τι προκαλεί τη βακτηριακή κολπίτιδα;

Η βακτηριακή κολπίτιδα δεν προκαλείται από κακή υγιεινή και καθαριότητα της ευαίσθητης περιοχής. Αντίθετα το υπερβολικό πλύσιμο του κόλπου μπορεί να μεταβάλλει τη φυσιολογική ισορροπία των βακτηρίων στον κόλπο, με αποτέλεσμα περισσότερες πιθανότητες να αναπτυχθεί κολπίτιδα.

Οι πιθανότητες να εμφανιστεί αυξάνονται εάν:

  • Είστε σεξουαλικά ενεργές. (Οι γυναίκες που δεν είναι ενεργές μπορεί και εκείνες να το παθαίνουν).
  • Έχετε αλλάξει πρόσφατα σεξουαλικό σύντροφο.
  • Έχετε ιστορικό σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων.
  • Καπνίζετε.
  • Έχετε αντισυλληπτικό σπιράλ.
  • Χρησιμοποιείται αφρόλουτρο ή άλατα μπάνιου μέσα στη μπανιέρα.

Είναι λιγότερο πιθανό να πάθετε βακτηριακή κολπίτιδα εάν:

  • Χρησιμοποιείτε αντισυλληπτικά χάπια.
  • Ο σύντροφός σας είχε κάνει περιτομή.
  • Χρησιμοποιείτε προφυλακτικά.

 

Δεν είναι σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα.

Η βακτηριακή κολπίτιδα μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε γυναίκα, ακόμη και σε εκείνες που δεν έχουν (ή που δεν είχαν ποτέ) κάνει σεξ. Ωστόσο, είναι πιο συχνή μεταξύ των σεξουαλικά ενεργών γυναικών από ό, τι μεταξύ των μη-σεξουαλικά ενεργών. Δεν μεταφέρεται κάποιο μικρόβιο μεταξύ των σεξουαλικών συντρόφων ώστε να μεταδοθεί αυτή την κατάσταση. Ο ερωτικός σύντροφος της γυναίκας δεν χρειάζεται καμία θεραπεία. Ωστόσο, ορισμένες περιπτώσεις βακτηριακής κολπίτιδας φαίνεται να σχετίζονται με την σεξουαλική επαφή. Μερικές φορές, για παράδειγμα αναπτύσσετε μετά από αλλαγή σεξουαλικού συντρόφου. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η μόλυνση δεν «κολλάει» από κανέναν. Η αλλαγή στον σεξουαλικό σύντροφο μπορεί να επηρεάσει την ισορροπία της φυσιολογικής χλωρίδας στον κόλπο. Η βακτηριακή κολπίτιδα είναι επίσης πιο πιθανή στις ομοφυλόφιλες γυναίκες μετά από αλλαγή συντρόφου.

 

Ποια είναι τα συμπτώματα της βακτηριακής κολπίτιδας;

Το κύριο σύμπτωμα αφορά τις κολπικές εκκρίσεις. Η βακτηριακή κολπίτιδα είναι η πιο συχνή αιτία αυξημένων κολπικών εκκρίσεων σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Οι εκκρίσεις έχουν συχνά λευκό-γκρι χρώμα, και συχνά έχουν μια μυρωδιά σαν ψάρι. Η μυρωδιά είναι πιο αισθητή κατά τη διάρκεια του σεξ. Οι εκκρίσεις είναι πιο έντονες μετά από την περίοδο, ή μετά το σεξ. Συνήθως δεν προκαλείται φαγούρα ή πόνος γύρω από τον κόλπο και το αιδοίο. Στις μισές περίπου περιπτώσεις δεν υπάρχει κανένα σύμπτωμα.

Η βακτηριακή κολπίτιδα δεν είναι η μόνη αιτία αυξημένων κολπικών εκκρίσεων. Οι εκκρίσεις αυξάνονται εξαιτίας διαφόρων καταστάσεων όπως:

  • Μυκητιασικής κολπίτιδας. Σε αντίθεση με την βακτηριακή κολπίτιδα οι μύκητες προκαλούν λευκές παχύρευστες εκκρίσεις και φαγούρα με πόνο γύρω από τον κόλπο και το αιδοίο (διαβάστε επίσης Μυκητιασική κολπίτιδα).
  • Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως τα χλαμύδια ή οι τριχομονάδες μπορεί να προκαλέσουν αυξημένες κολπικές εκκρίσεις.
  • Τοπικός ερεθισμός ή τοπική αλλεργική αντίδραση από την χρήση διαφόρων προϊόντων (π.χ. εσώρουχα, αφρόλουτρα, προφυλακτικά) (διαβάστε επίσης Κολπίτιδα).

 

Πώς γίνεται η διάγνωση;

Οι χαρακτηριστικές εκκρίσεις και η τυπική βαριά μυρωδιά ψαριού οδηγεί τον ιατρό προς τη διάγνωση μιας πιθανής βακτηριακής κολπίτιδας. Αν έχετε μια σταθερή και μακροχρόνια σχέση η διάγνωση μπορεί να γίνει μόνο από τα συμπτώματα. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες εξετάσεις που μπορούν να βοηθήσουν στην επιβεβαίωση της διάγνωσης. Επίσης, αν είστε έγκυος και έχετε κολπικές εκκρίσεις, είναι σημαντικό να γίνει ακριβής διάγνωση και θεραπεία οποιασδήποτε τέτοιας λοίμωξης ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Τα διαγνωστικά τεστ που μπορούν γίνουν είναι:

  • Μέτρηση του επιπέδου του οξέος στον κόλπο σας (pH, πε-χα). Οι εκκρίσεις του κόλπου έχουν φυσιολογικά ένα χαρακτηριστικά όξινο pH. Στην βακτηριακή κολπίτιδα η μεγάλη ανάπτυξη των μικροβίων στον κόλπο αλλάζει το pH έτσι ώστε να γίνει πιο αλκαλικό (δηλαδή το pH ανεβαίνει.) Η εξέταση γίνεται εύκολα με τη λήψη ενός μικρού δείγματος εκκρίσεων από τον κόλπο.
  • Καλλιέργεια κολπικού υγρού. Για να επιβεβαιώσει τη διάγνωση, ο ιατρός μπορεί επίσης να πάρει καλλιέργεια κολπικού υγρού. Αυτό γίνεται με χρήση ειδικών αποστειρωμένων βαμβακοφόρων στυλεών (μπατονέτες). Υγρό από τον κόλπο συλλέγεται και στέλνεται στο μικροβιολογικό εργαστήριο για την ανεύρεση του υπεύθυνου μικροβίου. Συχνά βρίσκουμε ταυτόχρονα περισσότερα από ένα μικρόβια.

 

Πιθανές επιπλοκές της βακτηριακής κολπίτιδας;

Στην εγκυμοσύνη.

Εάν έχετε βακτηριακή κολπίτιδα που δεν έχει θεραπευτεί κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, υπάρχει ελαφρώς αυξημένος πιθανότητα εμφάνισης κάποιων επιπλοκών:

  • Πρόωρου τοκετού.
  • Αποβολής.
  • Τοκετός μωρού με χαμηλό βάρος γέννησης.
  • Μόλυνσης της μήτρας μετά τον τοκετό (επιλόχεια ενδομητρίτιδα).

Σε χειρουργική επέμβαση.

Εάν έχετε βακτηριακή κολπίτιδα που δεν έχει θεραπευτεί κατάλληλα, η πιθανότητα μόλυνσης της μήτρας είναι μεγαλύτερη μετά από ορισμένες επεμβάσεις (όπως σε διακοπή της κύησης ή κολπική υστερεκτομή).

ΒΚ και άλλες λοιμώξεις.

Εάν έχετε βακτηριακή κολπίτιδα που δεν έχει θεραπευτεί, διατρέχετε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης λοίμωξης από τον HIV αν κάνετε σεξ με κάποιον που είναι φορέας του ιού. Υπάρχουν επίσης κάποιες ενδείξεις ότι οι γυναίκες με μη θεραπευμένη βακτηριακή κολπίτιδα διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν πυελική φλεγμονή ή σαλπιγγίτιδα.

 

Θεραπεία της βακτηριακής κολπίτιδα.

Μερικές φορές δεν χρειάζεται καμία θεραπεία.

Η βακτηριακή κολπίτιδα συχνά δεν προκαλεί κανένα σύμπτωμα ή τα συμπτώματα είναι ήπια. Επίσης, είναι γνωστό ότι πολλές φορές σταδιακά υποχωρεί από μόνη της, χωρίς θεραπεία. Οποιαδήποτε διαταραχή στην ισορροπία της κολπικής μικροβιακής χλωρίδας διορθώνεται, με το χρόνο από τη φυσική άμυνα του οργανισμού. Έτσι, αν δεν υπάρχουν συμπτώματα ή είναι πολύ ήπια, μπορεί να μην χρειάζεται καμία θεραπεία.

Εάν είστε έγκυος και έχετε βακτηριακή κολπίτιδα ακόμη και εάν δεν έχετε συμπτώματα, ίσως να χρειαστεί να υποβληθείτε σε θεραπεία με αντιβιοτικά. Όταν η βακτηριακή κολπίτιδα συνοδεύεται από συμπτώματα στην εγκυμοσύνη η θεραπεία είναι επιβεβλημένη. Εάν διαπιστωθεί ότι έχετε βακτηριακή κολπίτιδα και πρόκειται να υποβληθείτε σε διακοπή της κύησης χρειάζεται επίσης θεραπεία με αντιβιοτικά. Αν αυτό δε γίνει υπάρχει κίνδυνος πιο σοβαρής λοίμωξης της μήτρας μετά την επέμβαση (ενδομητρίτιδα).

Χάπια μετρονιδαζόλης (Flagyl).

Το κατάλληλο αντιβιοτικό για θεραπεία είναι η μετρονιδαζόλη (caps FLAGYL 500mg). Αντιμετωπίζει την βακτηριακή κολπίτιδα στις περισσότερες περιπτώσεις. Πριν την χρησιμοποιήσετε διαβάστε το φύλλο οδηγιών που περιέχεται στο κουτί. Δείτε τη λίστα των πιθανών παρενεργειών και προειδοποιήσεων. Ωστόσο, τα κύρια σημεία που πρέπει να θυμάστε σχετικά με μετρονιδαζόλη είναι:

  • Η συνήθης δόση είναι 500 mg δύο φορές την ημέρα για 5-7 ημέρες. Είναι σημαντικό να τελειώσετε τη θεραπεία χωρίς να παραλείψετε κανένα χάπι.
  • Μερικοί έχουν τάση για εμετό ή μπορεί και να κάνουν όταν λαμβάνουν μετρονιδαζόλη. Είναι λιγότερο πιθανό να συμβεί αυτό εάν πάρετε τα χάπια αμέσως μετά το φαγητό. Μεταλλική γεύση είναι επίσης μια συχνή παρενέργεια.
  • Μην καταναλώσετε αλκοόλ, ενώ λαμβάνετε μετρονιδαζόλη, και για τουλάχιστον 48 ώρες μετά τη διακοπή της θεραπείας. Η αλληλεπίδραση με το αλκοόλ μπορεί να προκαλέσει εμετό και άλλα προβλήματα, όπως εξάψεις και αυξημένο καρδιακό ρυθμό.
  • Θηλασμός: Η μετρονιδαζόλη περνά στο μητρικό γάλα αλλά δεν βλάπτει το μωρό σας. Ωστόσο, δεν συνιστάται η χρήση της και σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να χρησιμοποιήσετε την κολπική μετρονιδαζόλη ή την κλινδαμυκίνη.

Κολπική αλοιφή κλινδαμυκίνης (DalacinC).

Η κλινδαμυκίνη σε μορφή κολπικής κρέμας (vag cream Dalacin-C) που τοποθετείται στο εσωτερικό του κόλπου, μπορεί να χρησιμοποιηθεί αν προτιμάτε αυτήν την οδό της θεραπείας, ή αν έχετε παρενέργειες με την μετρονιδαζόλη. Η δυνατότητα αυτής της θεραπείας να αντιμετωπίσει την βακτηριακή κολπίτιδα είναι περίπου ίδια όπως με την μετρονιδαζόλη. Οι κολπικές αλοιφές μπορεί να προκαλέσουν πρόβλημα στην ακεραιότητα των προφυλακτικών. Ως εκ τούτου, κατά τη διάρκεια της θεραπείας και για πέντε ημέρες μετά τη θεραπεία με κολπική κρέμα κλινδαμυκίνης μην βασίζεστε σε προφυλακτικά για προστασία από εγκυμοσύνη και σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα.

Άλλα αντιβιοτικά δισκία που λαμβάνονται από το στόμα και επίσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν είναι τα χάπια κλινδαμυκίνης ή τινιδαζόλης.

Άλλες θεραπείες

Δεν υπάρχουν αποδείξεις, αυτή τη στιγμή, ότι το γιαούρτι ή ο Lactobacillus acidophilus (που βρίσκεται σε ορισμένα προϊόντα με προβιοτικά) είναι χρήσιμα στην θεραπεία ή την πρόληψη της βακτηριακής κολπίτιδας. Αντισηπτικά και απολυμαντικά δεν βοηθούν στη θεραπεία επίσης.

 

Χρειάζεται έλεγχος με καλλιέργεια ότι υποχώρησε η ΒΚ;

  • Εάν δεν υπάρχει εγκυμοσύνη, μετά την θεραπεία δεν χρειάζεται καμία περαιτέρω καλλιέργεια για να ελεγχθεί εάν έχει υποχωρήσει η βακτηριακή κολπίτιδα, υπό την προϋπόθεση ότι τα συμπτώματά έχουν εξαφανιστεί.
  • Σε περίπτωση εγκυμοσύνης, συστήνεται μια νέα καλλιέργεια κολπικού υγρού ένα μήνα μετά τη θεραπεία για να διασφαλιστεί ότι η βακτηριακή κολπίτιδα δεν υπάρχει πλέον.

 

Θεραπεία υποτροπών.

Σε περίπτωση επαναλαμβανόμενων επεισοδίων βακτηριακής κολπίτιδας μπορούν να γίνουν τα εξής:

  • Καλλιέργεια κολπικού υγρού. Εάν δεν είχε γίνει προηγουμένως καλλιέργεια κολπικού υγρού, τώρα πρέπει να πραγματοποιηθεί. Αυτό γίνεται για να επιβεβαιωθεί ότι είναι όντως η βακτηριακή κολπίτιδα η αιτία του προβλήματος.
  • Μακροχρόνια αντιβιοτική αγωγή. Η βακτηριακή κολπίτιδα μπορεί να επανέλθει εάν διακοπεί στη μέση η αντιβιοτική θεραπεία. Ωστόσο, ακόμη και αν έχει ολοκληρωθεί μια πλήρης θεραπεία, η κατάσταση επανέρχεται κάποιες φορές μέσα στο πρώτο τρίμηνο. Νέα θεραπεία μπορεί τότε να χρειαστεί και είναι συνήθως επιτυχής. Σε ένα μικρό αριθμό γυναικών που έχουν συχνά επεισόδια βακτηριακής κολπίτιδας παρουσιάζεται η ανάγκη για επαναλαμβανόμενες θεραπείες με αντιβιοτικά.
  • Αφαίρεση ενδομητρίου σπιράλ. Εάν υπάρχει ενδομήτριο σπιράλ και επαναλαμβανόμενα επεισόδια βακτηριακής κολπίτιδας, μπορεί να σας προταθεί η αφαίρεσή του για να φανεί εάν αυτό βοηθάει στη βελτίωση των συμπτωμάτων. Αν αυτό συμβαίνει θα πρέπει να αναζητηθούν εναλλακτικοί τρόποι αντισύλληψης.

 

Πρόληψη της βακτηριακής κολπίτιδας.

Τα περισσότερα επεισόδια βακτηριακής κολπίτιδας συμβαίνουν χωρίς κανέναν προφανή λόγο και αιτία και άρα δεν μπορούν να προληφθούν. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια μέτρα που θεωρούνται ότι βοηθούν στην πρόληψη ορισμένων περιπτώσεων. Στόχος των προληπτικών ενεργειών είναι η προσπάθεια να μην διαταραχθεί η φυσιολογική ισορροπία των μικροβίων (η χλωρίδα) στον κόλπο:

  • Μην ρίχνεται νερό ή άλλα υγρά (π.χ. αντισηπτικά) στον κόλπο σας. Οι κολπικές πλύσεις χαλάνε την φυσιολογική χλωρίδα του κόλπου. Ο κόλπος δεν χρειάζεται ιδιαίτερο καθαρισμό.
  • Μην προσθέτετε έλαια μπάνιου, αντισηπτικά, αρωματικά σαπούνια, αρωματικά αφρόλουτρα, σαμπουάν, κλπ στο νερό της μπανιέρας.
  • Μην χρησιμοποιείτε ισχυρά απορρυπαντικά για να πλύνετε τα εσώρουχα σας.
  • Μην πλένετε την περιοχή γύρω από τον κόλπο και το αιδοίο σας πάρα πολύ συχνά. Μία φορά την ημέρα είναι συνήθως αρκετό.

 

Περισσότερες πληροφορίες

www.uptodate.com

www.patient.info

Το παραπάνω ενημερωτικό κείμενο περιέχει γνώμες και πληροφορίες για θέματα σχετικά με την υγεία της γυναίκας. Δεν υπαγορεύει κάποιον αποκλειστικό τρόπο για την αντιμετώπιση ενός θέματος υγείας και δεν αποκλείει άλλους αποδεκτούς τρόπους θεραπείας.

Ο γιατρός σας είναι η καλύτερη πηγή πληροφοριών για τις ερωτήσεις και τις ανησυχίες που σχετίζονται με το ιατρικό σας πρόβλημα.